Πέθανε ο Τζεφ Μπεκ, ο θρύλος της ηλεκτρικής κιθάρας
👉Ο Τζεφ Μπεκ (Jeff Beck) ήταν άγγλος κιθαρίστας, από τους σημαντικότερους και επιδραστικότερους της ροκ μουσικής. Με το περίτεχνο παίξιμό του στην ηλεκτρική κιθάρα, επηρέασε την εξέλιξη του χέβι-μέταλ και του τζαζ-ροκ. Στη λίστα του έγκυρου μουσικού περιοδικού «Rolling Stone» με τους 100 σπουδαιότερους ηλεκτρικούς κιθαρίστες φιγουράρει στην 5η θέση.
Ο Τζεφ Μπεκ (Τζέφρι Άρνολντ Μπεκ το πλήρες όνομά του) γεννήθηκε στις 24 Ιουνίου 1944 στο Γουόλινγκτον του νότιου Λονδίνου. Από τα έξι του έδειξε ενδιαφέρον για την ηλεκτρική κιθάρα, όταν άκουσε στο ραδιόφωνο τον Λες Πολ να παίζει το τζαζίστικο «How High the Moon». Τα εναρκτήρια ερεθίσματά του προήλθαν από το χώρο του μπλουζ, με κυριότερους εκφραστές τους Μπάντι Γκάι και Μάντι Γουότερς. Χαρακτηριστικό υπήρξε άλλωστε και το ξεκίνημα της καριέρας του με R&B γκρουπ, όπως οι Nightshift και οι Tridents.
Η μεγάλη ευκαιρία του παρουσιάστηκε το 1965, όταν οι Yardbirds τον επέλεξαν ως αντικαταστάτη του Έρικ Κλάπτον. Ο ερχομός ωστόσο του Τζίμι Πέιτζ προκάλεσε εντάσεις, που είχαν ως αποτέλεσμα την αποχώρησή του από το συγκρότημα τον επόμενο χρόνο. Σχεδόν αμέσως δημιούργησε το δικό του συγκρότημα, το Jeff Beck Group, με τον τραγουδιστή Ροντ Στιούαρτ και τον μπασίστα Ρον Γουντ. Στα άλμπουμ του «Truth» (1968) και «Beck-Ola» (1969), το συγκρότημα πρωτοστάτησε σε μία μανιώδη προσέγγιση των μπλουζ, που έθεσαν τις βάσεις για το πρώιμο χέβι μέταλ.
Ο Στιούαρτ και ο Γουντ έφυγαν το 1970 για να ενταχθούν στους «Small Faces» (αργότερα «Faces») και ο Μπεκ τραυματίστηκε αργότερα εκείνο το έτος σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, που έβαλε προσωρινά φρένο στην καριέρα του. Το 1971 επανεμφανίστηκε με νέα σύνθεση στο γκρουπ που περιλάμβανε στις τάξεις του μουσικούς, όπως ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Μπόμπι Τεντς και ο ντράμερ Κόζι Πάουελ. Κυκλοφόρησε δύο άλμπουμ επηρεασμένα από το R&B, τα «Rough and Ready» (1971) και «Jeff Beck Group» (1972), προτού διαλυθεί.
Με τα πρώην μέλη των Vanilla Fudge, Κάρμαϊν Άπις και Τιμ Μπόγκερτ, κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Beck, Bogert & Appice» (1973). Μετά την αρνητική υποδοχή του, το τρίο διαλύθηκε και ο Μπεκ ακολούθησε σόλο καριέρα. Το βραβευμένο από τους κριτικούς άλμπουμ του «Blow by Blow» (1975), σε παραγωγή του συνεργάτη των Beatles, Τζορτζ Μάρτιν, περιείχε μια ολοκληρωμένη, τζαζ-ροκ προσέγγιση, με την κιθάρα του ουσιαστικά να παίρνει τη θέση του βασικού τραγουδιστή. Έκτοτε, οι ηχογραφήσεις του θα είναι κυρίως ορχηστρικές.
Το άλμπουμ «Flash» (1985), σε παραγωγή του Νάιλ Ρότζερς, ήταν η πιο εμπορική κυκλοφορία του Μπεκ. Περιείχε το βραβευμένο με Γκράμι κομμάτι «Escape», καθώς και μια διασκευή του «People Get Ready» των Impressions, με τον Ροντ Στιούαρτ στα φωνητικά, που ήταν το πρώτο του εμπορικά επιτυχημένο σινγκλ. Τα επόμενα χρόνια ο Μπεκ διατήρησε σχετικά χαμηλό προφίλ, περιοδεύοντας περιστασιακά και ηχογραφώντας, συμπεριλαμβανομένων των συνεισφορών του σε άλμπουμ όπως το «Primitive Cool» (1987) του Μικ Τζάγκερ και το «Amused to Death» (1992) του Ρότζερ Γουότερς. Το 1989 το άλμπουμ του «Guitar Shop» κέρδισε το Γκράμι του καλύτερου ροκ ορχηστρικού δίσκου.
Ο Τζεφ Μπεκ (Τζέφρι Άρνολντ Μπεκ το πλήρες όνομά του) γεννήθηκε στις 24 Ιουνίου 1944 στο Γουόλινγκτον του νότιου Λονδίνου. Από τα έξι του έδειξε ενδιαφέρον για την ηλεκτρική κιθάρα, όταν άκουσε στο ραδιόφωνο τον Λες Πολ να παίζει το τζαζίστικο «How High the Moon». Τα εναρκτήρια ερεθίσματά του προήλθαν από το χώρο του μπλουζ, με κυριότερους εκφραστές τους Μπάντι Γκάι και Μάντι Γουότερς. Χαρακτηριστικό υπήρξε άλλωστε και το ξεκίνημα της καριέρας του με R&B γκρουπ, όπως οι Nightshift και οι Tridents.
Η μεγάλη ευκαιρία του παρουσιάστηκε το 1965, όταν οι Yardbirds τον επέλεξαν ως αντικαταστάτη του Έρικ Κλάπτον. Ο ερχομός ωστόσο του Τζίμι Πέιτζ προκάλεσε εντάσεις, που είχαν ως αποτέλεσμα την αποχώρησή του από το συγκρότημα τον επόμενο χρόνο. Σχεδόν αμέσως δημιούργησε το δικό του συγκρότημα, το Jeff Beck Group, με τον τραγουδιστή Ροντ Στιούαρτ και τον μπασίστα Ρον Γουντ. Στα άλμπουμ του «Truth» (1968) και «Beck-Ola» (1969), το συγκρότημα πρωτοστάτησε σε μία μανιώδη προσέγγιση των μπλουζ, που έθεσαν τις βάσεις για το πρώιμο χέβι μέταλ.
Ο Στιούαρτ και ο Γουντ έφυγαν το 1970 για να ενταχθούν στους «Small Faces» (αργότερα «Faces») και ο Μπεκ τραυματίστηκε αργότερα εκείνο το έτος σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, που έβαλε προσωρινά φρένο στην καριέρα του. Το 1971 επανεμφανίστηκε με νέα σύνθεση στο γκρουπ που περιλάμβανε στις τάξεις του μουσικούς, όπως ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Μπόμπι Τεντς και ο ντράμερ Κόζι Πάουελ. Κυκλοφόρησε δύο άλμπουμ επηρεασμένα από το R&B, τα «Rough and Ready» (1971) και «Jeff Beck Group» (1972), προτού διαλυθεί.
Με τα πρώην μέλη των Vanilla Fudge, Κάρμαϊν Άπις και Τιμ Μπόγκερτ, κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Beck, Bogert & Appice» (1973). Μετά την αρνητική υποδοχή του, το τρίο διαλύθηκε και ο Μπεκ ακολούθησε σόλο καριέρα. Το βραβευμένο από τους κριτικούς άλμπουμ του «Blow by Blow» (1975), σε παραγωγή του συνεργάτη των Beatles, Τζορτζ Μάρτιν, περιείχε μια ολοκληρωμένη, τζαζ-ροκ προσέγγιση, με την κιθάρα του ουσιαστικά να παίρνει τη θέση του βασικού τραγουδιστή. Έκτοτε, οι ηχογραφήσεις του θα είναι κυρίως ορχηστρικές.
Το άλμπουμ «Flash» (1985), σε παραγωγή του Νάιλ Ρότζερς, ήταν η πιο εμπορική κυκλοφορία του Μπεκ. Περιείχε το βραβευμένο με Γκράμι κομμάτι «Escape», καθώς και μια διασκευή του «People Get Ready» των Impressions, με τον Ροντ Στιούαρτ στα φωνητικά, που ήταν το πρώτο του εμπορικά επιτυχημένο σινγκλ. Τα επόμενα χρόνια ο Μπεκ διατήρησε σχετικά χαμηλό προφίλ, περιοδεύοντας περιστασιακά και ηχογραφώντας, συμπεριλαμβανομένων των συνεισφορών του σε άλμπουμ όπως το «Primitive Cool» (1987) του Μικ Τζάγκερ και το «Amused to Death» (1992) του Ρότζερ Γουότερς. Το 1989 το άλμπουμ του «Guitar Shop» κέρδισε το Γκράμι του καλύτερου ροκ ορχηστρικού δίσκου.
Στις αρχές του αιώνα μας, ο Μπεκ άρχισε να εμπλουτίζει τη μουσική του με ηλεκτρονικούς ήχους και χιπ χοπ ρυθμούς, ιδιαίτερα στο άλμπουμ «Jeff» (2003), ένα κομμάτι από το οποίο, το «Plan B» βραβεύτηκε με Γκράμι. Το άλμπουμ «Emotion & Commotion» του 2010 σηματοδότησε την επιστροφή του στις μπλουζ-ροκ ρίζες, του με τις τραγουδίστριες Τζος Στόουν και η Ιμέλντα Μέι στα φωνητικά. Το άλμπουμ βραβεύτηκε με δύο Γκράμι (καλύτερου ποπ και ροκ ορχηστρικού δίσκου) και διεκδίκησε ένα τρίτο για τη συνεργασία του με τον τζαζίστα Χέρμπι Χάνκοκ στη διασκευή του «Imagine» του Τζον Λένον. Το 2016 συνεργάστηκε με την κιθαρίστρια Κάρμεν Βάντενμπεργκ και την τραγουδίστρια Ρόζι Μπόουνς στο δυναμικό ροκ άλμπουμ «Loud Hailer».
Ο Μπεκ εισήχθη στο «Πάνθεο του Ροκ εντ Ρολ» («Rock and Roll Hall of Fame») το 1992 ως μέλος των Yardbirds και το 2009 ως σόλο καλλιτέχνης.
Ο Τζεφ Μπεκ πέθανε από μηνιγγίτιδα στις 10 Ιανουαρίου 2023, σε ηλικία 78 ετών.
Ο Μπεκ εισήχθη στο «Πάνθεο του Ροκ εντ Ρολ» («Rock and Roll Hall of Fame») το 1992 ως μέλος των Yardbirds και το 2009 ως σόλο καλλιτέχνης.
Ο Τζεφ Μπεκ πέθανε από μηνιγγίτιδα στις 10 Ιανουαρίου 2023, σε ηλικία 78 ετών.