Όλοι θέλουν να γίνουν πλούσιοι: Διαταραχή εξάρτησης από τον τζόγο - Αίτια, συμπτώματα & θεραπεία
👉Τα τελευταία χρόνια η διαταραχή εξάρτησης από τον τζόγο φαίνεται να πλήττει το 0,4-1,6% του παγκόσμιου πληθυσμού (Hodgings, Stea & Grant, 2011). Σύμφωνα με το American Psychological Association (2013) «η διαταραχή εξάρτησης από τον τζόγο χαρακτηρίζεται από ένα επίμονο, δυσπροσαρμοστικό μοτίβο συμπεριφορών ως προς τα τυχερά παιχνίδια, που προκαλεί κλινικά σημαντική βλάβη ή δυσφορία».
Η συμπεριφορά εξάρτησης από τον τζόγο τείνει να συνυπάρχει με κάποια ψυχική νόσο, που την «τρέφει», και αυτό είναι που κάνει την διαδικασία απεξάρτησης πιο δύσκολη.
Συννοσηρότητα διαταραχής εξάρτησης από τον τζόγο με ψυχικές διαταραχές
Οι παθολογικοί παίκτες τείνουν να εμφανίζουν υψηλή συννοσηρότητα με διάφορες ψυχικές διαταραχές, όπως είναι η κατάθλιψη, η αντικοινωνική διαταραχή, η διαταραχή χρήσης ουσιών και η διαταραχή χρήσης αλκοόλ.
Ειδικότερα, έρευνα που διεξήχθη στο περιοδικό Social and Behavioural Sciences το 2013, έδειξε υψηλή συσχέτιση σε ποσοστό 76% ανάμεσα στην παθολογική ενασχόληση με τον τζόγο και διάφορα καταθλιπτικά συμπτώματα (Rizeanu, 2013), εύρημα το οποίο είχε διαπιστωθεί και από αρκετές προγενέστερες έρευνες (π.χ. Moodie & Finnigan, 2006).
Άλλες πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει συσχέτιση του παθολογικού τζόγου με το αλκοόλ σε ποσοστό 23% (π.χ.Potenza et al., 2002), ενώ με την κατάχρηση αλκοόλ σε ποσοστό ~38% (π.χ. el-Guebaly et al., 2006; Rash, Weinstock, Pattern, 2016).
Επιπλέον οι Potenza et al. (2002), παρατήρησαν ότι οι παθολογικοί παίκτες τείνουν να εμφανίζουν ιδεοψυχαναγκαστικά στοιχεία, αλλά όχι απαραίτητα και ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Οι ιδοεψυχαναγκασμοί στον τζόγο είναι απόρροια του έντονου άγχους που έχει ο παίκτης να κερδίσει, και γι’αυτό προσπαθεί να δημιουργήσει θετικούς οιωνούς, οι οποίοι θα καταστείλουν το άγχος και θα «ευεργετήσουν» σε ένα πιθανό κέρδος.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι πολλοί παθολογικοί παίκτες τείνουν να έχουν ανάγκη από κάποιο γούρι, το οποίο μπορεί να είναι είτε άνθρωπος, είτε συμπεριφορά, είτε αντικείμενο, είτε κάποια αλληλουχία καταστάσεων (Potenza et al., 2002).
Απλός παίκτης VS Παθολογικός παίκτης
Ένας υπεύθυνος παίκτης τείνει να σκέφτεται και να ποντάρει «ζυγίζοντας» τις εκάστοτε συνθήκες, τις πιθανότητες να επιτύχει και έχει επίγνωση για τις αρχικές του προθέσεις που παρακινούν τον τζόγο. Παίζει περιστασιακά για τη διασκέδασή του, πριν η διαδικασία αυτή γίνει αυτοσκοπός (Rizeanu, 2013).
Εν αντιθέσει, οι παθολογικοί παίκτες αναπτύσσουν μία εμμονική ενασχόληση σχετικά με το πώς θα αποκτήσουν αυτό που θέλουν που εν προκειμένω είναι το κέρδος. Αυτή η διαρκής ενασχόληση χαρακτηρίζεται από μία λεκτική εμμονή (σκέφτονται και συζητάνε συνέχεια για τον τζόγο) και μία ανάγκη οραματισμού του εαυτού τους μέσα σε καταστάσεις και εμπειρίες που σχετίζονται με τον τζόγο (Fernie, 2014).
Τείνουν να ανατροφοδοτούνται από το ρίσκο μήπως το εκάστοτε κέρδος τους μπορεί να γίνει ακόμα πιο μεγάλο. Mε άλλα λόγια, τους «τρέφει» η ιδέα του κέρδους, και όχι απαραίτητα το ίδιο το κέρδος, καθώς ακόμα και όταν το αποκτούν τείνουν να συνεχίζουν προκειμένου να το αυξήσουν ακόμα περισσότερο (Rizeanu, 2013).
Σε γενικές γραμμές, τόσο η απλή όσο και η παθολογική ενασχόληση με τον τζόγο τείνει να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, όσο αυξάνονται και οι διαθέσιμες πηγές πρόσβασης σε δραστηριότητες τζόγου (Potenza et al., 2002). Είναι γεγονός ότι με την άνοδο της τεχνολογίας, ο μέσος άνθρωπος έχει την δυνατότητα να τζογάρει μέσα από το κινητό και τον υπολογιστή του, χωρίς να μετακινηθεί καν από την καρέκλα του σπιτιού του.
Διαγνωστικά κριτήρια διαταραχής εξάρτησης από τον τζόγο
Η εξάρτηση από τον τζόγο εμφανίζει διακυμάνσεις ως προς την σοβαρότητά της. Ένας αξιόπιστος δείκτης μέτριας/σοβαρής εξάρτησης είναι όταν το άτομο ξοδεύει το 5% ή παραπάνω του οικογενειακού του εισοδήματός του σε τυχερά παιχνίδια.
Οι γυναίκες τείνουν να κινδυνεύουν λιγότερο από τους άντρες στην εμφάνιση της διαταραχής (National Research Council, 1999).
Σε γενικές γραμμές, τα κοινά κριτήρια για να διαγνωστεί κάποιος με διαταραχή εξάρτησης από τον τζόγο, σύμφωνα με το DSM-5, είναι τα εξής (Rash, Weinstock, Pattern,2016):
Έρευνες έχουν δείξει ότι η διαταραχή εξάρτησης από τον τζόγο, τείνει να είναι κληρονομήσιμη σε ποσοστό 50-60%. Ωστόσο, σύμφωνα με τους Lobo & Kennedy (2009), αυτό που κληρονομεί το άτομο δεν είναι η διαταραχή αυτή καθαυτή, αλλά η διαθεσιμότητα κάποιων ορμονών και η μεταξύ τους αλληλεπίδραση (όπως είναι η ντοπαμίνη, η σεροτονίνη, η νοραδρεναλίνη, η γλουταμίνη κ.ά.).
Άλλες έρευνες, έχουν δείξει τα αντίστροφα αποτελέσματα, ότι δηλαδή η συμπεριφορά εξάρτησης είναι αυτή που αλλοιώνει τη χημική σύσταση του εγκεφάλου, και κατ’ επέκταση προκαλεί κάποια ψυχική νόσο (Rash, Weistock & Patten, 2016).
Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν οι συνυπάρχουσες ψυχικές νόσοι είναι αυτές που αυξάνουν τον κίνδυνο εξάρτησης από τον τζόγο ή ο τζόγος δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για την εμφάνιση κάποιας ψυχικής νόσου.
Το σίγουρο είναι ότι ο παθολογικός τζόγος και η ψυχική νόσος τείνουν να συνυπάρχουν σε ποσοστό ~96% (Bischof, Meyer, Bischof, Kastirke, John & Rumpf, 2013), και οι παθολογικοί παίκτες τείνουν να εμφανίζουν τα εξής κοινά χαρακτηριολογικά στοιχεία: σημαντικά γνωστικά ελλείμματα σε συνδυασμό με έντονο αυθορμητισμό (Chamberlain et al., 2008).
Θεραπεία εξάρτησης από τον τζόγο
Η διαδικασία απεξάρτησης από τον τζόγο είναι μία εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία, καθώς προϋποθέτει ότι το άτομο αντιλαμβάνεται τις πραγματικές συνέπειες τις εξάρτησής του, ψυχολογικές και οικονομικές.
Ωστόσο, ο παθολογικός παίκτης τείνει να μην έχει επίγνωση της παθολογικής συμπεριφοράς και δραστηριότητάς του, οπότε σπάνια ζητά βοήθεια.
Αξιοσημείωτο είναι ότι κατά την 1η φορά προσπάθειας απεξάρτησης, περίπου το 90% των παικτών τείνουν να υποτροπιάζουν.
Οι παθολογικοί παίκτες, λοιπόν, είναι πιο πιθανό να ζητήσουν βοήθεια για κάποιες δευτερογενείς επιπτώσεις του τζόγου (π.χ. επειδή τον εγκατέλειψε η σύζυγος, έχασε την δουλειά του κ.λ.π.), και όχι για την εξάρτηση αυτή καθαυτή. Άλλες φορές μπορεί να ζητήσουν βοήθεια για κάποια συνυπάρχουσα ψυχική διαταραχή (π.χ. κατάθλιψη, κάποια αγχώδη διαταραχή κ.λ.π.).
Στις περιπτώσεις, όπου εφαρμοστεί κάποια φαρμακευτική (συνήθως αντικαταθλιπτικά και φάρμακα που λειτουργούν ως σταθεροποιητές της διάθεσης) ή/και ψυχολογική θεραπεία για την συνοδό ψυχική διαταραχή, τα συμπτώματα του παθολογικού τζόγου τείνουν να «αποδυναμώνονται», καθώς ο παθολογικός τζόγος συνήθως αποτελεί ένδειξη κάποιας ψυχικής δυσλειτουργίας, και δεν εκφράζει το πρωτογενές πρόβλημα.
Παράλληλα, τα άτομα αυτά χρειάζεται να βρουν εναλλακτικές που λειτουργούν ως υποκατάστατα του τζόγου, όπως είναι η σωματική άσκηση, ο διαλογισμός, συναναστροφή με άτομα που δεν τζογάρουν, δράσεις εθελοντισμού κ.λ.π.
Ωστόσο, καθώς η απεξάρτηση από τον τζόγο είναι μία δύσκολη διαδικασία, όπως αναφέραμε, είναι σημαντικό τα άτομα του οικείου περιβάλλοντος του παίκτη, να δεχθούν και τα ίδια ψυχολογική υποστήριξη προκειμένου να αξιολογήσουν κατά πόσο και πώς θέλουν να δεσμευτούν σε ένα φαύλο κύκλο αρνητικών συναισθημάτων και εντάσεων.
Ενδεικτικά, το ΚΕΘΕΑ διαθέτει ένα ειδικά διαμορφωμένο και εξατομικευμένο στο κάθε άτομο πρόγραμμα απεξάρτησης από τον τζόγο: Τυχερά παιχνίδια - ΚΕΘΕΑ (kethea.gr), όπως και το κέντρο ΟΑΣΙΣ στην Θεσσαλονίκη: OASIS – ΚΕΝΤΡΟ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΩΝ Τζόγος.
Προγράμματα απεξάρτησης υπάρχουν και σε διάφορες δημόσιες δομές και ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Αναστασία Χαρά Καραγιάννη
Ψυχολόγος- Μεταπτυχιακή φοιτήτρια της Προσωποκεντρικης Προσέγγισης.
Η συμπεριφορά εξάρτησης από τον τζόγο τείνει να συνυπάρχει με κάποια ψυχική νόσο, που την «τρέφει», και αυτό είναι που κάνει την διαδικασία απεξάρτησης πιο δύσκολη.
Συννοσηρότητα διαταραχής εξάρτησης από τον τζόγο με ψυχικές διαταραχές
Οι παθολογικοί παίκτες τείνουν να εμφανίζουν υψηλή συννοσηρότητα με διάφορες ψυχικές διαταραχές, όπως είναι η κατάθλιψη, η αντικοινωνική διαταραχή, η διαταραχή χρήσης ουσιών και η διαταραχή χρήσης αλκοόλ.
Ειδικότερα, έρευνα που διεξήχθη στο περιοδικό Social and Behavioural Sciences το 2013, έδειξε υψηλή συσχέτιση σε ποσοστό 76% ανάμεσα στην παθολογική ενασχόληση με τον τζόγο και διάφορα καταθλιπτικά συμπτώματα (Rizeanu, 2013), εύρημα το οποίο είχε διαπιστωθεί και από αρκετές προγενέστερες έρευνες (π.χ. Moodie & Finnigan, 2006).
Άλλες πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει συσχέτιση του παθολογικού τζόγου με το αλκοόλ σε ποσοστό 23% (π.χ.Potenza et al., 2002), ενώ με την κατάχρηση αλκοόλ σε ποσοστό ~38% (π.χ. el-Guebaly et al., 2006; Rash, Weinstock, Pattern, 2016).
Επιπλέον οι Potenza et al. (2002), παρατήρησαν ότι οι παθολογικοί παίκτες τείνουν να εμφανίζουν ιδεοψυχαναγκαστικά στοιχεία, αλλά όχι απαραίτητα και ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Οι ιδοεψυχαναγκασμοί στον τζόγο είναι απόρροια του έντονου άγχους που έχει ο παίκτης να κερδίσει, και γι’αυτό προσπαθεί να δημιουργήσει θετικούς οιωνούς, οι οποίοι θα καταστείλουν το άγχος και θα «ευεργετήσουν» σε ένα πιθανό κέρδος.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι πολλοί παθολογικοί παίκτες τείνουν να έχουν ανάγκη από κάποιο γούρι, το οποίο μπορεί να είναι είτε άνθρωπος, είτε συμπεριφορά, είτε αντικείμενο, είτε κάποια αλληλουχία καταστάσεων (Potenza et al., 2002).
Απλός παίκτης VS Παθολογικός παίκτης
Ένας υπεύθυνος παίκτης τείνει να σκέφτεται και να ποντάρει «ζυγίζοντας» τις εκάστοτε συνθήκες, τις πιθανότητες να επιτύχει και έχει επίγνωση για τις αρχικές του προθέσεις που παρακινούν τον τζόγο. Παίζει περιστασιακά για τη διασκέδασή του, πριν η διαδικασία αυτή γίνει αυτοσκοπός (Rizeanu, 2013).
Εν αντιθέσει, οι παθολογικοί παίκτες αναπτύσσουν μία εμμονική ενασχόληση σχετικά με το πώς θα αποκτήσουν αυτό που θέλουν που εν προκειμένω είναι το κέρδος. Αυτή η διαρκής ενασχόληση χαρακτηρίζεται από μία λεκτική εμμονή (σκέφτονται και συζητάνε συνέχεια για τον τζόγο) και μία ανάγκη οραματισμού του εαυτού τους μέσα σε καταστάσεις και εμπειρίες που σχετίζονται με τον τζόγο (Fernie, 2014).
Τείνουν να ανατροφοδοτούνται από το ρίσκο μήπως το εκάστοτε κέρδος τους μπορεί να γίνει ακόμα πιο μεγάλο. Mε άλλα λόγια, τους «τρέφει» η ιδέα του κέρδους, και όχι απαραίτητα το ίδιο το κέρδος, καθώς ακόμα και όταν το αποκτούν τείνουν να συνεχίζουν προκειμένου να το αυξήσουν ακόμα περισσότερο (Rizeanu, 2013).
Σε γενικές γραμμές, τόσο η απλή όσο και η παθολογική ενασχόληση με τον τζόγο τείνει να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, όσο αυξάνονται και οι διαθέσιμες πηγές πρόσβασης σε δραστηριότητες τζόγου (Potenza et al., 2002). Είναι γεγονός ότι με την άνοδο της τεχνολογίας, ο μέσος άνθρωπος έχει την δυνατότητα να τζογάρει μέσα από το κινητό και τον υπολογιστή του, χωρίς να μετακινηθεί καν από την καρέκλα του σπιτιού του.
Διαγνωστικά κριτήρια διαταραχής εξάρτησης από τον τζόγο
Η εξάρτηση από τον τζόγο εμφανίζει διακυμάνσεις ως προς την σοβαρότητά της. Ένας αξιόπιστος δείκτης μέτριας/σοβαρής εξάρτησης είναι όταν το άτομο ξοδεύει το 5% ή παραπάνω του οικογενειακού του εισοδήματός του σε τυχερά παιχνίδια.
Οι γυναίκες τείνουν να κινδυνεύουν λιγότερο από τους άντρες στην εμφάνιση της διαταραχής (National Research Council, 1999).
Σε γενικές γραμμές, τα κοινά κριτήρια για να διαγνωστεί κάποιος με διαταραχή εξάρτησης από τον τζόγο, σύμφωνα με το DSM-5, είναι τα εξής (Rash, Weinstock, Pattern,2016):
- Σταδιακά αυξάνει το ποσό των χρημάτων που τζογάρει προκειμένου να διατηρήσει ένα υψηλό αίσθημα ευχαρίστησης & ικανοποίησης
- Δεν διαθέτει έλεγχο ως προς τη χρήση του τζόγου, αφού κάθε προσπάθειά του είναι ανεπιτυχής
- Αίσθημα ευερεθιστότητας και νευρικότητας, όταν το άτομο προσπαθεί να μετριάσει την χρήση του τζόγου
- Σημαντικές οικογενειακές, οικονομικές ή/και επαγγελματικές συνέπειες λόγω του τζόγου
- Διαρκής ενασχόληση με τον τζόγο - Ο τζόγος στο επίκεντρο της ζωής του ατόμου
- Ο τζόγος ως αντίβαρο σε κάποιο αρνητικό συναίσθημα
- Προσπάθεια ανάκτησης των χαμένων χρημάτων από τον τζόγο, τζογάροντας εκ νέου
- Ωραιοποίηση των επιπτώσεων της εξάρτησης από τον τζόγο
- Συμπεριφορές δανεισμού από τρίτους/ δάνεια/ χρέη
Έρευνες έχουν δείξει ότι η διαταραχή εξάρτησης από τον τζόγο, τείνει να είναι κληρονομήσιμη σε ποσοστό 50-60%. Ωστόσο, σύμφωνα με τους Lobo & Kennedy (2009), αυτό που κληρονομεί το άτομο δεν είναι η διαταραχή αυτή καθαυτή, αλλά η διαθεσιμότητα κάποιων ορμονών και η μεταξύ τους αλληλεπίδραση (όπως είναι η ντοπαμίνη, η σεροτονίνη, η νοραδρεναλίνη, η γλουταμίνη κ.ά.).
Άλλες έρευνες, έχουν δείξει τα αντίστροφα αποτελέσματα, ότι δηλαδή η συμπεριφορά εξάρτησης είναι αυτή που αλλοιώνει τη χημική σύσταση του εγκεφάλου, και κατ’ επέκταση προκαλεί κάποια ψυχική νόσο (Rash, Weistock & Patten, 2016).
Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν οι συνυπάρχουσες ψυχικές νόσοι είναι αυτές που αυξάνουν τον κίνδυνο εξάρτησης από τον τζόγο ή ο τζόγος δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για την εμφάνιση κάποιας ψυχικής νόσου.
Το σίγουρο είναι ότι ο παθολογικός τζόγος και η ψυχική νόσος τείνουν να συνυπάρχουν σε ποσοστό ~96% (Bischof, Meyer, Bischof, Kastirke, John & Rumpf, 2013), και οι παθολογικοί παίκτες τείνουν να εμφανίζουν τα εξής κοινά χαρακτηριολογικά στοιχεία: σημαντικά γνωστικά ελλείμματα σε συνδυασμό με έντονο αυθορμητισμό (Chamberlain et al., 2008).
Θεραπεία εξάρτησης από τον τζόγο
Η διαδικασία απεξάρτησης από τον τζόγο είναι μία εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία, καθώς προϋποθέτει ότι το άτομο αντιλαμβάνεται τις πραγματικές συνέπειες τις εξάρτησής του, ψυχολογικές και οικονομικές.
Ωστόσο, ο παθολογικός παίκτης τείνει να μην έχει επίγνωση της παθολογικής συμπεριφοράς και δραστηριότητάς του, οπότε σπάνια ζητά βοήθεια.
Αξιοσημείωτο είναι ότι κατά την 1η φορά προσπάθειας απεξάρτησης, περίπου το 90% των παικτών τείνουν να υποτροπιάζουν.
Οι παθολογικοί παίκτες, λοιπόν, είναι πιο πιθανό να ζητήσουν βοήθεια για κάποιες δευτερογενείς επιπτώσεις του τζόγου (π.χ. επειδή τον εγκατέλειψε η σύζυγος, έχασε την δουλειά του κ.λ.π.), και όχι για την εξάρτηση αυτή καθαυτή. Άλλες φορές μπορεί να ζητήσουν βοήθεια για κάποια συνυπάρχουσα ψυχική διαταραχή (π.χ. κατάθλιψη, κάποια αγχώδη διαταραχή κ.λ.π.).
Στις περιπτώσεις, όπου εφαρμοστεί κάποια φαρμακευτική (συνήθως αντικαταθλιπτικά και φάρμακα που λειτουργούν ως σταθεροποιητές της διάθεσης) ή/και ψυχολογική θεραπεία για την συνοδό ψυχική διαταραχή, τα συμπτώματα του παθολογικού τζόγου τείνουν να «αποδυναμώνονται», καθώς ο παθολογικός τζόγος συνήθως αποτελεί ένδειξη κάποιας ψυχικής δυσλειτουργίας, και δεν εκφράζει το πρωτογενές πρόβλημα.
Παράλληλα, τα άτομα αυτά χρειάζεται να βρουν εναλλακτικές που λειτουργούν ως υποκατάστατα του τζόγου, όπως είναι η σωματική άσκηση, ο διαλογισμός, συναναστροφή με άτομα που δεν τζογάρουν, δράσεις εθελοντισμού κ.λ.π.
Ωστόσο, καθώς η απεξάρτηση από τον τζόγο είναι μία δύσκολη διαδικασία, όπως αναφέραμε, είναι σημαντικό τα άτομα του οικείου περιβάλλοντος του παίκτη, να δεχθούν και τα ίδια ψυχολογική υποστήριξη προκειμένου να αξιολογήσουν κατά πόσο και πώς θέλουν να δεσμευτούν σε ένα φαύλο κύκλο αρνητικών συναισθημάτων και εντάσεων.
Ενδεικτικά, το ΚΕΘΕΑ διαθέτει ένα ειδικά διαμορφωμένο και εξατομικευμένο στο κάθε άτομο πρόγραμμα απεξάρτησης από τον τζόγο: Τυχερά παιχνίδια - ΚΕΘΕΑ (kethea.gr), όπως και το κέντρο ΟΑΣΙΣ στην Θεσσαλονίκη: OASIS – ΚΕΝΤΡΟ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΩΝ Τζόγος.
Προγράμματα απεξάρτησης υπάρχουν και σε διάφορες δημόσιες δομές και ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Αναστασία Χαρά Καραγιάννη
Ψυχολόγος- Μεταπτυχιακή φοιτήτρια της Προσωποκεντρικης Προσέγγισης.
Το διάβασα στο psychology.gr